προκαθηγέτις

προκαθηγέτις
και δωρ. τ. προκαθαγέτις, -ιδος, ἡ, Α
βλ. προκαθηγέτης.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • προκαθηγέτιδος — προκαθηγέτις leader fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προκαθηγέτης — ὁ, θηλ. προκαθηγέτις, ιδος και δωρ. τ. προκαθαγέτις, Α [προκαθηγοῡμαι] 1. (ως προσωνυμία θεών) καθηγεμών*, ηγεμόνας 2. (το αρσ.) προσωνυμία τού Πανός, τού Ερμού, τού Απόλλωνος 3. το θηλ. προσωνυμία τής Αθηνάς …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”